Είμαι 72 χρονών , και έχω ζήσει σε τέσσερεις διαφορετικές χώρες, με διαφορετικές κουλτούρες.
Τα παιδικά μου χρόνια τα βίωσα στην Αίγυπτο, τα εφηβικά χρόνια και τα χρόνια ενηλικίωσης τα πέρασα στο Μόντρεαλ του Καναδά, και μετά έκανα τρία χρόνια στο Λονδίνο για μελέτες. Τελικά εγκαταστάθηκα στην Αθήνα, όπου και έζησα για περίπου 25 χρόνια. Τα τελευταία 4 χρόνια βρίσκομαι ξανά στο Μόντρεαλ του Καναδά, για να συμπληρώσω τα χρόνια παραμονής για να λάβω μέρος της σύνταξής μου στην Ελλάδα.
Αυτό που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι σ’αυτά τα 72 χρόνια βίου, αυτό που μ’έχει εντυπωσιάσει είναι η ‘’δυστοπία’’ και η ‘’ψυχική μιζέρια’’ που κυριαρχούν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων , ιδιαίτερα στην Δύση. Μια δυστοπία που αγγίζει όλες τις ηλικίες και όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι το επίκεντρο αυτής της ‘’κοινωνικής δυστοπίας’’ παρουσιάζεται σε μεγάλο βαθμό μέσα στον θεσμό της οικογένειας, που θεωρητικά αντιπροσωπεύει τον κοινωνικό χώρο θαλπωρής, ψυχικής ανάτασης και σταθερότητας για κάθε άτομο.
Είναι Η Θεία Οικογένεια όπως εμφανίζεται στον Χριστιανισμό, αλλά και στον Ιουδαϊσμό.
Έχοντας εργαστεί και σαν δάσκαλος νέων σε ιδιαίτερα μαθήματα για πολλά χρόνια, μου δόθηκε η ευκαιρία να παρατηρήσω από πολύ κοντά πως λειτουργούν οι οικογένειες σε προσωπικό επίπεδο, ειδικά όσον αφορά την ανατροφή, την ψυχοσύνθεση και την προσωπικότητα των παιδιών σε εξέλιξη.
Το συμπέρασμα που έβγαλα από αυτές τις κλειστές επαφές με τις οικογένειες είναι ότι η διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών, ειδικά μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον , έχει προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες και ανισορροπίες στην ομαλή ροή της σκέψης τους, στην σταθερότητα της προσωπικότητάς τους και στην ελευθερία ατομικής έκφρασης, είτε σε πνευματικό, διανοητικό ή και ερωτικό επίπεδο.
Η οικογένεια λειτουργεί ουσιαστικά σαν το φερέφωνο ή τον μεσάζοντα της κοινωνικής τάξης, σαν εκφραστής των κοινωνικών διατάξεων του κοινωνικού κατεστημένου, δρομολογώντας εξελίξεις και καθημερινές πρακτικές που θ’ανταποκρίνονται στις κοινωνικές και οικονομικές απαιτήσεις και προτεραιότητες του κατεστημένου, είτε αυτό είναι πολιτικό, οικονομικό, θρησκευτικό ή και πολιτιστικό.
Η οικογένεια παίζει τον ρόλο του χωροφύλακα ή του μαστροπού της άρχουσας τάξης για να υποτάξει τους ανθρώπους γενικότερα, ενηλίκους και παιδιά.
Το πλέον αποτελεσματικό κοινωνικό εργαλείο γ’αυτή την μονοδιάστατη και αυταρχική πορεία εξέλιξης στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού και αργότερα του ενήλικου, είναι το ψυχολογικό κίνητρο της ‘’ενοχής’’ και της ‘’κοινωνικής απομόνωσης’’ , τα οποία αγγίζουν και επηρεάζουν το υποσυνείδητο για να ελέγξουν το συνειδητό . Το ζητούμενο κοινωνικό αποτέλεσμα είναι ευνουχισμένα παιδιά και παθητικοί ενήλικες. Άτομα δίχως προσωπικότητα και διαλεκτική σκέψη, δίχως σθένος και διάθεση να διαμορφώσουν και να βάλουν σ’εφαρμογή τις δικές τους αλήθειες και τις δικές τους προσδοκίες, όπως και τα δικά τους όνειρα.
Οι πρωταγωνιστές αυτού του ‘’υπαρξιακού εγκλήματος’’ είναι πρώτα οι γονείς, μετά τα συγγενικά πρόσωπα , και αργότερα τα άτομα που επηρεάζουν άμεσα τις καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου, είτε αυτά προσωποποιούν τις στενές σχέσεις , τους συνεργάτες, τους συντρόφους και τους καθοδηγητές σε όλα τα κοινωνικο-οικονομικά επίπεδα.
Λοιπόν, υπάρχουν κοινωνικές πιέσεις και πλύση εγκεφάλου από πολλούς καθημερινούς κοινωνικούς παράγοντες που στηρίζονται στις προσωπικές ανασφάλειες του ατόμου, στην εκδοχή προσωπικής κοινωνικής απόρριψης από το κλειστό του κοινωνικό περιβάλλον, αλλά και ‘’θεωρητικά’’ από το πλατύ κοινό. Καλό πρόσφατο παράδειγμα είναι τα άτομα που δεν δέχονται να εμβολιαστούν με το πειραματικό εμβόλιο για το Covid 19.
Το αποτέλεσμα αυτών των έντονων κοινωνικών πιέσεων από το κλειστό κοινωνικό περιβάλλον, αλλά και από την κοινωνία γενικότερα, προδιαθέτει μια έντονη ψυχολογική δυσφορία σε νέους αλλά και σε ενήλικες. Τα άτομα δεν νιώθουν άνετα και ελεύθερα με την ύπαρξή τους και με τις φυσικές ιδιότητές τους σαν δημιουργικές οντότητες. Νοητικά δεν διαθέτουν τα κοινωνικά κίνητρα ή ερεθίσματα για ν’αναγνωρίσουν αυτά που θέλουν ή αναζητούν σαν προτεραιότητες μιας γόνιμης ζωής.
Για να μετριάσουν ή για να καταστείλουν αυτόν τον απόλυτο και μονοδιάστατο κοινωνικό έλεγχο, τα άτομα προβάλλουν τάσεις ψυχοπάθειας που εκφράζονται μέσα από την βία, σωματική και ψυχολογική. Μέσα από έναν ακραίο ανταγωνισμό και αυταρχισμό, μέσα από την απληστία και τον τυχοδιωκτισμό, και τελικά μέσα από την προσωπική τους ψυχοσωματική εξόντωση λόγω του έντονου ρυθμού ζωής τους, της αποξένωσής τους από τις φυσιολογικές ζωτικές ανάγκες τους και της διαλυμένης ψυχοσύνθεσής τους.
Με την χρήση ναρκωτικών, οπιούχων φαρμάκων και σεξουαλικών εθισμών, οι άνθρωποι έχουν επιλέξει να βιώνουν μια εικονική πραγματικότητα που δεν ανταποκρίνεται στις φυσικές ανάγκες ‘’κοινωνικότητας’’ που τους έχει στηρίξει στην πορεία της ανθρώπινης εξέλιξης χιλιάδων ή και δεκάδων χιλιάδων χρόνων. Αποκλείουν το ανθρώπινο ενσυναίσθημα, τον έρωτα, την ειρηνική συμβίωση με τους συνανθρώπους τους και την αρχή ενός ιδεολογικού και πολιτισμικού πλουραλισμού.
Στα 72 χρόνια βίου δεν έχω συναντήσει μια οικογένεια, της όποιας κοινωνικής τάξης και κουλτούρας, να λειτουργεί ισορροπημένα και δημοκρατικά, που να είναι κοινωνικός φορέας νοητικής γαλήνης και ψυχικής ανάτασης.
Ξεκινώντας από την δική μου οικογένεια που είναι αντιπροσωπευτική σε μεγάλο βαθμό της μεγάλης πλειοψηφίας των οικογενειών οικουμενικά στις κύριες κοινωνικές παραμέτρους, τα άτομα λειτουργούν σ’αυτό το κοινωνικό πλαίσιο περισσότερο σαν εμπόδια για την ευτυχία και την εξέλιξη του μέλους της οικογένειας παρά σαν εκφραστές τους σαν κοινωνικοί φορείς.
Με μια φράση θα μπορούσαμε να το γενικεύσουμε λέγοντας πως η μεγάλη πλειοψηφία των ατόμων μετά την πρώιμη ηλικία, αντανακλούν σε κάποιο βαθμό συμπτώματα μια διαταραγμένης ψυχοσύνθεσης ή και ψυχοπάθειας.
Το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ατόμων, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, αποδέχονται παθητικά την καθημερινή κοινωνική αστάθεια και βία σε όλες τις μορφές της, καταναλώνοντας συστηματικά και σε καθημερινή βάση αντικαταθλιπτικά φάρμακα και αλκοολούχα ποτά , και εθίζονται σ’αυτές τις ναρκωτικές ουσίες για ν’αντιμετωπίσουν ή για να συμφιλιωθούν με τις καθημερινές υπαρξιακές ασυναρτησίες, αποδεικνύει ότι αυτό που κυριαρχεί στην κοινωνία είναι η ανθρώπινη ψυχοπάθεια όχι η μετριοπάθεια και η κοινωνικότητα.
Αυτό που υπερισχύει σαν γνώμονας εξέλιξης είναι οι ‘’εικονικές κοινωνικές αρχές’’ ή τα ‘’καθημερινά ψέμματα’’ που καλύπτουν και δικαιολογούν την κοινωνική δυστοπία και την καθημερινή τραγωδία που βιώνουμε όλοι. Τα καθημερινά ψέμματα μπορεί να είναι οι ‘’στημένοι’’ ή οι ‘’τεχνητοί’’ κοινωνικοί ρόλοι, μέσα και έξω από την οικογένεια, όπως και οι διάφορες τελετουργικές εκδηλώσεις, θρησκευτικές και πατριωτικές, που θεωρητικά ενσαρκώνουν την κοινωνική ενότητα.
Οι κοινωνικοί παράγοντες που ενοποιούν την οικογένεια δεν είναι η ειρηνική συμβίωση των μελών της οικογένειας στα πλαίσια ελευθερίας έκφρασης του λόγου και των συναισθημάτων του ατόμου, αλλά ο εκβιασμός τυφλής ταύτισης με το κοινό συμφέρον , που είναι ‘’εμείς’’ σαν ανεξάρτητη και αυτοτελής κοινωνική μονάδα σε αντίθεση με ‘’τους άλλους’’ που παρουσιάζονται σαν αντίπαλοι και όχι σαν συνάνθρωποι.
Αυτή είναι η κοινή συνταγή έτσι ώστε τα άτομα μέσα στην οικογένεια ν’αποδέχονται παθητικά αυτό που τους καταστρατηγεί σε σχέση με αυτό που προσδοκούν για ένα ομαλό και δημιουργικό βίο που θα τους απελευθερώνει συναισθηματικά και νοητικά.
Αυτή η αρρωστημένη υπαρξιακή κατάσταση έχει σοβαρές επιπτώσεις σε όλη την κοινωνία, στους προνομιούχους και στους μη προνομιούχους. Η διαφορά είναι ότι οι προνομιούχοι διαθέτουν τα υλικά εφόδια και τις κοινωνικές θέσεις για να καλύψουν καλύτερα την καθημερινή τους τρέλα και την τραγωδία τους, ενώ ο απλός άνθρωπος, ο μη προνομιούχος, αντιμετωπίζει το κοινωνικό μένος του αποτυχημένου πολίτη.
Τα παιδιά που δίδαξα σε ιδιαίτερα μαθήματα και που τώρα τα περισσότερα είναι παντρεμένα και με παιδιά είναι σχεδόν όλα διαλυμένα σαν προσωπικότητες, λόγω των διαστρεβλωμένων κοινωνικών συγκυριών και αυταρχικών επιρροών που έχουν υποστεί μέσα στην οικογένεια σαν νέα παιδιά, και αργότερα σαν ενήλικες μέσα από το ανταγωνιστικό και απάνθρωπο κοινωνικό τους περιβάλλον.
Αυτό που επικρατεί σήμερα στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων είναι η μανιοκατάθλιψη και ο διπολισμός που εκφράζεται σε ακραίες ψυχοσωματικές μορφές. Έχω παρατηρήσει πολλές περιπτώσεις υστερίας, ψωρίασης, σχιζοφρένιας, απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοαναίρεσης, όπως και τάσεις βίας προς όλους.
Παρατηρούμε έντονα συναισθήματα και συμπεριφορές όπως εξάρσεις αδικαιολόγητης ευφορίας όπως και αδικαιολόγητης επιθετικότητας, βασικά ψυχολογικά στοιχεία του διπολισμού, όπως και το ακραίο συναίσθημα ‘’αποκλειστικής αφοσίωσης’’ με κίνητρο τον απόλυτο έλεγχο και την εκμετάλλευση του άλλου ατόμου.
Δεν υπάρχουν τα αναγκαία θεσμικά και κοινωνικά πλαίσια για μια πραγματική κοινωνική αναδιάρθρωση και για μια εφικτή έξοδο από την ‘’κοινωνική δυστοπία’’ και την ‘’ανθρώπινη τραγωδία’’ χιλιάδων χρόνων. Δεν υπάρχουν εκείνες οι κοινωνικές προϋποθέσεις και τα κοινωνικά εργαλεία όπου το άτομο να μπορέσει να εξελιχθεί σαν κοινωνική μονάδα, την στιγμή που όλες οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις ήταν πάντα επιδερμικές, εστιάζοντας στις υλικές του ανάγκες και όχι στις υπαρξιακές του αναζητήσεις.
Την ευθύνη γι’αυτή την τραγική κατάσταση των χιλιάδων χρόνων, επιβαρύνει σε μεγάλο βαθμό την οικογένεια και τον κοινωνικό ρόλο που έχει παίξει η οικογένεια στην αποξένωση του ατόμου από την φύση του σαν μια ελεύθερη και δημιουργική οντότητα που θ’αναμορφώνει σταθερά την ποιότητα της ζωής του και του κοινωνικού του περιβάλλοντος.
Δυστυχώς τα νέα άτομα είναι τα πιόνια της κοινωνίας τους και του κατεστημένου της, αλλά πάνω απ’όλα είναι τα πιόνια των οικογενειών τους.